Συντακτική Επιτροπή
Περιοδικό Θέσεις, τ.152, Editorial / www.theseis.com«Η ελευθερία μου είναι μόνο ένα φάντασμα!»
(Luis Buñuel, La Voie lactée, 1969).
1. Οι πολιτικές της καραντίνας και η «ελευθερία» των ακροδεξιών – ναζιστών
Από την πρώτη στιγμή που ξέσπασε η πανδημία του Covid-19, οι κυβερνήσεις αντιμετώπισαν το δίλημμα «προστασία της “ζωής” ή της οικονομίας», ή καλύτερα πόση «προστασία της “ζωής” μπορεί να αντέξει η οικονομία»; Το δίλημμα αυτό, που αρχικά τέθηκε αναφορικά με τον χρόνο έναρξης και την έκταση της καραντίνας που επιβλήθηκε στον πληθυσμό, στη συνέχεια πήρε τον χαρακτήρα του «πότε και με τι ρυθμό θα επανεκκινήσουν οι οικονομικές δραστηριότητες» που είχαν ανασταλεί, με δεδομένο ότι όλες σχεδόν οι χώρες υποχρεώθηκαν από την εξέλιξη της πανδημίας να υιοθετήσουν μέτρα καραντίνας.
Όμως τα μέτρα της καραντίνας δημιούργησαν μια πρωτοφανή για τα δεδομένα των τελευταίων δεκαετιών συνθήκη στις ανεπτυγμένες καπιταλιστικές χώρες: έδειξαν ότι οι οικονομικές και κοινωνικές πολιτικές μπορούν να μεταβάλλονται ριζικά ανάλογα με τις συνθήκες. Μάλιστα, καθώς το αμερικανικό κράτος εξάγγειλε συνολικά μέτρα ύψους άνω των 3 τρις δολαρίων, ενώ η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, με 155 αποφάσεις της ενέκρινε 193 μέτρα των κρατών-μελών της ΕΕ, σε ύψος που αγγίζει τα 2, 2 τρις ευρώ κρατικών ενισχύσεων (45% των οποίων αφορούν τη Γερμανία), υπήρξαν πολλοί που διατύπωσαν προσδοκίες, ή μάλλον, κατά περίπτωση, ελπίδες ή φόβους, ότι το νεοφιλελεύθερο πλαίσιο πολιτικών θα μπορούσε να τροποποιηθεί ή και να αλλάξει σε μη προσωρινή βάση.
Παράλληλα τα μέτρα εμφανίστηκαν ως «κρατική πυγμή», η οποία εξ αρχής είχε ανάγκη να κερδίσει τη συναίνεση των πληθυσμών. Διότι «καμία κυρίαρχη τάξη δεν μπορεί να διασφαλίζει τη διάρκειά της μόνο με τη δύναμη. Πρέπει να εξασφαλίζει όχι μόνο την ελεύθερη συγκατάθεση των μελών της τάξης επί της οποίας κυριαρχεί και την οποία εκμεταλλεύεται, αλλά και την ελεύθερη συγκατάθεση των δικών της μελών, τα οποία δεν δέχονται τόσο εύκολα να υποτάξουν τα ιδιωτικά και ατομικά συμφέροντά τους στα γενικά συμφέροντα της ίδιας της τάξης τους».1
Τόσο στην αρχική φάση, αυτή της αναγκαστικής αναστολής, όσο και στη δεύτερη, της επανεκκίνησης, οι κύριες αντιδράσεις στα μέτρα περιορισμού της κίνησης του πληθυσμού και της οικονομικής δραστηριότητας προήλθαν από μερίδες ατομικών κεφαλαίων που πρόταξαν την «ελευθερία της οικονομίας» και εκφράστηκαν πολιτικά και από την Άκρα Δεξιά.
Στις ΗΠΑ, που στην παρούσα φάση μοιάζει να αποτελεί εργαστήρι παγκόσμιων διεργασιών, ένοπλοι ακροδεξιοί αψήφησαν την καραντίνα με μαζικές εισβολές σε κυβερνητικά κτήρια και «προστασία» μικροεπιχειρήσεων που συνέχιζαν τη λειτουργία τους παραβιάζοντας τις απαγορεύσεις. Στις 30/4/2020 πλήθος που διαδήλωνε εναντίον της καραντίνας, μεταξύ των οποίων πολλοί ένοπλοι, εισήλθαν στο Καπιτώλιο του Μίσιγκαν, προτού απωθηθούν από την αστυνομία, χωρίς να συλληφθεί κανείς. Ανάλογες εκδηλώσεις έγιναν στα μέσα Μαΐου στο Τέξας, στη Βόρεια Καρολίνα, στο Κολοράντο, στην Πολιτεία της Νέας Υόρκης, στο Σιάτλ, στη Χαβάη και αλλού. Το κλίμα αυτό των ακροδεξιών κινητοποιήσεων τροφοδοτούσε ο Πρόεδρος Τραμπ, με συνεχείς «εκκλήσεις» προς τους Κυβερνήτες να «απελευθερώσουν» τις Πολιτείες που διοικούν, ενώ όταν ο Elon Musk, διευθύνων σύμβουλος της Tesla, ανακοίνωσε την επαναλειτουργία της επιχείρησης παρά την απαγόρευση, καλώντας τις αρχές της Καλιφόρνιας να τον συλλάβουν αν τολμούν, ο Τράμπ δήλωσε: «Η Καλιφόρνια πρέπει να αφήσει την Tesla και τον Elon Musk να ανοίξουν το εργοστάσιο, τώρα. Μπορεί να γίνει γρήγορα και με ασφάλεια!».
Οι κινητοποιήσεις των ακροδεξιών Αμερικανών είχαν ως κύριο ιδεολογικό άξονα μια υποτιθέμενη «ελευθερία». «Ελευθερία» από τον κρατικό καταναγκασμό και «ελευθερία» της «εργασίας», δηλαδή της επιχειρηματικής δραστηριότητας. Ορισμένα από τα συνηθέστερα συνθήματα των ακροδεξιών διαδηλώσεων ήταν τα ακόλουθα: «Ζήσε ελεύθερος ή πέθανε», «Η ελευθερία είναι η ουσία», «Ο θάνατος είναι μέρος της ζωής – είναι καιρός να αρχίσουμε να ζούμε ξανά», «Ο φόβος είναι ο πραγματικός ιός», «Το σώμα μου είναι επιλογή μου», «Η θεραπεία είναι πιο θανατηφόρα από τον ιό», «Κοινωνική αποστασιοποίηση = κομμουνισμός».
Αλλά και στην Ελλάδα η κύρια επίθεση εναντίον των μέτρων της καραντίνας και κατά του κρατικού παρεμβατισμού ήρθε από την Ακροδεξιά. Η ναζιστική «Χρυσή Αυγή» αποτέλεσε στα καθ’ ημάς τη χαρακτηριστικότερη περίπτωση.
Για τους Έλληνες ναζιστές, η αμφισβήτηση της «φονικότητας» του ιού και επομένως της αναγκαιότητας των μέτρων, αποτελεί βάση για να τεκμηριωθεί η θέση ότι η διόγκωση του προβλήματος που προκαλείται από τον ιό αποσκοπεί στο να δημιουργηθεί πανικός στον κόσμο προκειμένου αυτός να αποδεχθεί την επιβολή των μέτρων περιορισμού, τα οποία αφενός μεν, εξυπηρετούν άλλους λόγους από αυτούς για τους οποίους υποτίθεται ότι πάρθηκαν, αφετέρου δε, οδηγούν σε μεγαλύτερα προβλήματα και απώλειες ανθρώπινων ζωών λόγω της οικονομικής κρίσης που εσκεμμένα δημιουργείται.
Ποιοι είναι αυτοί οι άλλοι λόγοι; Η εγκαθίδρυση μιας χούντας για τον περιορισμό των ατομικών δικαιωμάτων και την εξάλειψη της ελευθερίας των λαών, η κατάργηση του ιατρικού απορρήτου, η οργάνωση ενός απόλυτου ελέγχου μέσω ψηφιακών τεχνολογιών (από «βραχιολάκια» μέχρι εμφυτευμένα μικροτσίπ) που θα επιτρέπουν στην αστυνομία να έχει το προφίλ του καθενός, ο πλήρης έλεγχος της κοινωνίας από τους ολιγάρχες. Τελικά, ό, τι γίνεται είναι ένα παγκόσμιο κοινωνικό πείραμα για την επιβολή μιας παγκόσμιας διακυβέρνησης, μιας απόλυτης δικτατορίας ενάντια στην ελευθερία των λαών, σύμφωνα με τις επιταγές της παγκοσμιοποίησης («νέα τάξη»). Αυτή η παγκόσμια δικτατορία θα αναδιανείμει τον πλούτο «από κάτω προς τα πάνω» ώστε να εξυπηρετηθούν οι στόχοι των ολιγαρχών και των τραπεζών και για να υπογραφούν νέα Μνημόνια:
«Επειδή κατέστη σαφές στην πλουτοκρατία ότι αυτή την φορά για να σωθεί το σαθρό σιωνιστικο-καπιταλιστικό οικοδόμημά τους χρειάζεται μεγαλύτερη ανακατανομή από κάτω προς τα πάνω απ’ ότι την περίοδο της κρίσης του 2007/2008 (LehmanBrothers). Δηλαδή για να το πούμε απλά: Χρειάζεται να αποσπάσουν την προσοχή από το γεγονός ότι οι κεντρικές τράπεζες, που ελέγχονται από τους Σιωνιστές, θα διοχετεύσουν ξανά στις τσέπες των πλουτοκρατών ζεστό χρήμα, μόλις τυπωμένο από την Fed και την ΕΚΤ».2 «Ο Τζόρτζιο Αγκάμπεν, μαθητής του Χάιντεγκερ – και αυτό βεβαίως αποτελεί έγκλημα για φιλελεύθερους και δημοκράτες, τόλμησε να γράψει ότι η επιδημία εφευρέθηκε εννοώντας ότι την εκμεταλλεύεται το κυρίαρχο σύστημα και εθνικά και παγκόσμια προκειμένου να επιβάλει μέτρα μιας απόλυτης δικτατορίας ενάντια στην ελευθερία των λαών».3
Όμως πέρα από τους ναζιστές και οπαδοί του «φιλελευθερισμού» φάνηκαν να φρίττουν με τα παρεμβατικά μέτρα των κυβερνήσεων. Χαρακτηριστικό είναι το ακόλουθο τουίτ του δημοσιογράφου Άρη Πορτοσάλτε στις 8/6/2020: «Η ποινή κλεισίματος δύο μηνών κι όχι απλώς ένα βαρύ χρηματικό πρόστιμο για παραδειγματισμό, στην επιχείρηση 280 υπαλλήλων, που λειτουργεί το μπιτσόμπαρο στη Μύκονο είναι σωστή απόφαση για μια Κομμουνιστική κυβέρνηση!Ζήλεψε τέτοια δόξα η φιλελεύθερη κυβέρνηση μας;Μπράβο».
Η νεοφιλελεύθερη ιδεοληψία εκπλήσσεται όταν το κράτος αναγκάζεται να πάρει μέτρα που δεν εντάσσονται άμεσα στον κυρίαρχο τυφλοσούρτη, ήτοι αφενός τη διόγκωση των κατασταλτικών μηχανισμών και αφετέρου την «ελάφρυνση» του κεφαλαίου από τις κάθε λογής «επιβαρύνσεις», όπως φόροι επί των κερδών, περιβαλλοντικοί κανόνες, κανονισμοί ασφάλειας, εργασιακά δικαιώματα κλπ. Ή μήπως πρόκειται για την ανησυχία ότι στις νέες συνθήκες η «ελευθερία της αγοράς» δεν μπορεί πλέον να προβάλλεται ως η υπέρτατη αξία;
2. Το δημοκρατικό-αντιρατσιστικό κίνημα και το κράτος
Η δολοφονία του George Floyd, άοπλου Αφροαμερικανού, που δεμένος με χειροπέδες συμπιέστηκε στο έδαφος επί σχεδόν εννέα λεπτά από τους αστυνομικούς που τον είχαν συλλάβει και πέθανε από ασφυξία, αποτέλεσε την αφορμή για το ξέσπασμα ενός από τα μεγαλύτερα και διαρκέστερα κύματα διαδηλώσεων στις ΗΠΑ. Στη Μινεάπολη, όπου έλαβε χώρα η δολοφονία και από όπου ξεκίνησαν και οι μαζικές κινητοποιήσεις, οι διαδηλωτές έκαψαν κτήριο της αστυνομίας, πράξη που θεωρήθηκε δικαιολογημένη από το 54% των Αμερικανών σε εθνική δημοσκόπηση που διενεργήθηκε στο διάστημα 28/5-1/6/2020. Γρήγορα οι κινητοποιήσεις πήραν χαρακτηριστικά εξέγερσης που εξαπλώθηκε σε όλη τη χώρα. Όπως συμβαίνει πάντα στο περιθώριο όλων των εξεγέρσεων παγκοσμίως, εμφανίστηκαν φαινόμενα κλοπών και λεηλασιών καταστημάτων, αποθηκών κλπ. Χαρακτηριστικό για τη μαζικότητα και την ένταση των διαδηλώσεων και των συγκρούσεων με την αστυνομία είναι το γεγονός ότι, με πρόσχημα τις λεηλασίες, μέχρι τις 3/6/2020 είχαν επιβληθεί μέτρα (βραδινής) απαγόρευσης της κυκλοφορίας σε τουλάχιστον 200 αμερικανικές πόλεις.
Οι διαδηλώσεις αντιμετωπίστηκαν αρχικά με εξαιρετική βία από τις δυνάμεις καταστολής, που περιλάμβανε χρήση πλαστικών σφαιρών, ενώ καταγράφηκαν 192 επιθέσεις εναντίον δημοσιογράφων, ενίοτε με καταστροφή των συσκευών καταγραφής των διαδηλώσεων, οι 160 από αστυνομικές δυνάμεις. Έγιναν επίσης κάποιες μεμονωμένες ένοπλες επιθέσεις εναντίον αστυνομικών. Κατά τη διάρκεια των κινητοποιήσεων καταγράφηκαν τουλάχιστον 22 θάνατοι, οι 2 αστυνομικών, ενώ μέχρι τις 3/6/2020 είχαν γίνει πάνω από 11.000 συλλήψεις.
Στην αρχική του φάση το κίνημα αυτό αποτέλεσε μια έκρηξη οργής εναντίον του συστημικού ρατσισμού της κοινωνίας και της συστηματικής αστυνομικής βαρβαρότητας, που ασκείται ιδιαίτερα εναντίον της αφροαμερικανικής κοινότητας. Στη συνέχεια εντούτοις, μορφοποίησε ένα αίτημα προς το κράτος και μια συντονισμένη μαζική ακτιβιστική δράση, με ιδιαίτερο ιδεολογικό-συμβολικό φορτίο. Το αίτημα είναι «να μειωθεί η χρηματοδότηση της αστυνομίας» («defund the police!») προς όφελος άλλων, κοινωφελών υπηρεσιών (υγεία, παιδεία, κλπ.) και απευθυνόταν κυρίως στους δημάρχους και τα δημοτικά συμβούλια των πόλεων, που έχουν την ευθύνη χρηματοδότησης της αστυνομίας στην πόλη τους. Η ακτιβιστική δράση αφορούσε το γκρέμισμα αγαλμάτων και τον «βανδαλισμό» μνημείων που σηματοδοτούν το ρατσιστικό παρελθόν (και παρόν) της χώρας. Μέχρι τα μέσα Ιουνίου 2020 είχαν καταστραφεί από τους διαδηλωτές τουλάχιστον 10 αγάλματα ή μνημεία «ευεργετών», που υπήρξαν μεγαλοκαπιταλιστές και παράλληλα δουλέμποροι, αξιωματικών και πεσόντων μαχητών της Συνομοσπονδίας του Νότου στον αμερικανικό εμφύλιο, κλπ.
Παρότι ο Πρόεδρος Τραμπ επιχείρησε να απαξιώσει το κίνημα ως έκνομη και τρομοκρατική δράση, αντιπαραθέτοντας το «defend the police!» («να υπερασπιστούμε την αστυνομία») στο «defund the police!», ενώ ταυτόχρονα απείλησε ότι θα διατάξει τον στρατό να καταστείλει τις διαδηλώσεις, το αμερικανικό κράτος, τόσο σε τοπικό όσο και σε ομοσπονδιακό επίπεδο, έδειξε να λαμβάνει υπόψη την παρέμβαση του κινήματος και να συνδιαλέγεται με τις απαιτήσεις του. Το ίδιο συνέβη με διάφορους ιδιωτικούς φορείς και συλλόγους.
Ο δήμος του Λος Άντζελες αποφάσισε να μειώσει τον προϋπολογισμό της αστυνομίας κατά περισσότερο από 100 εκατομμύρια δολάρια και να δαπανήσει τα χρήματα αυτά, και επιπλέον άλλα 100 εκατομμύρια, σε κοινωνικές υπηρεσίες προσανατολισμένες στην ενίσχυση της μαύρης κοινότητας της πόλης. Το παράδειγμα ακολούθησαν και άλλοι δήμοι, με κορυφαίο αυτόν της Νέας Υόρκης που αποφάσισε να περικόψει τον προϋπολογισμό της αστυνομίας κατά 1 δις δολάρια.
Δημοτικές αρχές, ομόσπονδες κυβερνήσεις, σύλλογοι μνήμης των πεσόντων στρατιωτών της Συνομοσπονδίας (όπως οι «United Daughters of the Confederacy») αλλά και ομοσπονδιακές αρχές συμφώνησαν να απομακρύνουν 40 περίπου μνημεία ή αγάλματα που σχετίζονται με τον θεσμοθετημένο ρατσισμό της ιστορίας των ΗΠΑ, πέραν αυτών που γκρέμισαν οι διαδηλωτές. Αθλητικοί σύλλογοι και Ομοσπονδίες, όπως η Εθνική Ένωση Αγώνων Ταχύτητας Συμβατικών Αυτοκινήτων (NASCAR) αποφάσισαν να απαγορεύσουν την εμφάνιση της σημαίας της Συνομοσπονδίας στη διάρκεια των αγώνων. 12 αμερικανικά Πανεπιστήμια θεσμοθέτησαν υποτροφίες για Αφροαμερικανούς φοιτητές στη μνήμη του George Floyd.
Στις 6/6/2020 ο ρεπουμπλικάνος πρώην υπουργός εξωτερικών ColinPowell υποστήριξε ότι ο Πρόεδρος Τραμπ απομακρύνεται από το Σύνταγμα και δήλωσε ότι στις επερχόμενες εκλογές θα ψηφίσει τον Joe Biden, υποψήφιο των Δημοκρατικών.
Στις 8/6/2020 οι εκπρόσωποι του Δημοκρατικού Κόμματος στη Βουλή των Αντιπροσώπων και στη Γερουσία παρουσίασαν σχέδιο νόμου για τη μεταρρύθμιση της λειτουργίας της αστυνομίας. Εμφανίστηκαν στο αμερικανικό κοινό φορώντας μαντήλι λαιμού από το παραδοσιακό ύφασμα Κέντε της Γκάνα, «σύμβολο της αφρικανικής κληρονομιάς των ΗΠΑ», και πριν την έναρξη της διαδικασίας γονάτισαν επί 8 λεπτά και 46 δευτερόλεπτα, όσος ήταν ο χρόνος του θανατηφόρου σφιξίματος του λαιμού του George Floyd από τον δολοφόνο του.
Στις 10/6/2020, ο στρατηγός Mark Milley, αρχηγός του Γενικού Επιτελείου Στρατού των ΗΠΑ, ζήτησε δημοσίως συγνώμη διότι την 1/6/2020 είχε συνοδεύσει τον Πρόεδρο Τραμπ στην Επισκοπική Εκκλησία του Αγίου Ιωάννου στην Ουάσιγκτον, μετά από ένα όργιο βίας εναντίον των ειρηνικών διαδηλωτών, ώστε να ανοίξει ο δρόμος του Προέδρου προς την εκκλησία.
Στις 12/6/2020 το Δημοτικό Συμβούλιο της Μινεάπολης αποφάσισε ομόφωνα να αντικαταστήσει την αστυνομία της πόλης με ένα νέο «σώμα τήρησης της τάξης», στο οποίο θα μετέχουν αντιπρόσωποι διαφόρων θεσμών και οργανώσεων κοινωνικών δικαιωμάτων και ανέθεσε σε μια επιτροπή να παρουσιάσει μέχρι τις 24/7/2020 το σχέδιο μετάβασης, διάρκειας ενός έτους. Υπό την πίεση του κινήματος για δημόσιο έλεγχο της αστυνομίας, πάρθηκαν κάποιες πρωτοβουλίες για διαφάνεια και εποπτεία της λειτουργίας της και από άλλα συμβούλια πόλεων, μεταξύ των οποίων και της Νέας Υόρκης. Την ίδια μέρα παραιτήθηκαν επτά αστυνομικοί της Μινεάπολης, ενώ οι διαδηλώσεις συνεχίστηκαν με ένταση σε όλη τη χώρα.
Το βράδυ της ίδιας μέρας, 12/6/2020, μια νέα εκτέλεση ενός Αφροαμερικανού στην Ατλάντα, του ReyshardBrooks, είχε σαν άμεσο αποτέλεσμα την αποπομπή της επικεφαλής της αστυνομίας από τη Δήμαρχο της πόλης, την απόλυση του αστυνομικού που πυροβόλησε (εναντίον του οποίου απαγγέλθηκαν κατηγορίες για ανθρωποκτονία) και μια νέα έξαρση των διαδηλώσεων διαμαρτυρίας. Το θύμα έφραζε με το αυτοκίνητό του την είσοδο ενός ταχυφαγείου Wendy’s, ο ιδιοκτήτης του οποίου κάλεσε την αστυνομία για να τον απομακρύνει. Στις 14/6/2020, ένας διαδηλωτής δήλωσε στο CNN σχετικά με την τύχη του ταχυφαγείου: «Αισθάνομαι άσχημα για τους ανθρώπους που έχασαν τη δουλειά τους, όμως […] κάψαμε μόνο αυτό το κτήριο και κανένα άλλο […] λόγω εκείνου που συνέβη εδώ. Αυτό έχει να κάνει με την αποστολή μας, να διασφαλίσουμε ότι θα υπάρξει δικαιοσύνη για το άτομο που πέθανε εδώ, σε αυτό το Wendy’s».4
Φαίνεται, λοιπόν, ότι το κίνημα διαμαρτυρίας έχει τη δύναμη να τροποποιήσει κάποιους πολιτικούς και κοινωνικούς συσχετισμούς δύναμης στο εσωτερικό των ΗΠΑ, έτσι ώστε να είναι σήμερα δυνατά ορισμένα μέτρα εκδημοκρατισμού που ελάχιστο χρόνο πριν φαίνονταν αδύνατα.
Για να ερμηνεύσουν το δημοκρατικό-αντιρατσιστικό κίνημα οι περισσότεροι αναλυτές επικαλούνται τις ανισότητες στην αμερικανική κοινωνία, από τις οποίες πλήττεται σε μεγάλο βαθμό η μαύρη κοινότητα, τις επαναλαμβανόμενες περιπτώσεις αστυνομικής θηριωδίας, τον δομικό ρατσισμό της κοινωνίας και των θεσμών κλπ. Όμως όλα αυτά υπήρχαν ως μόνιμα χαρακτηριστικά της αμερικανικής κοινωνίας, και υπήρξαν επίσης πάμπολλες ανάλογες περιπτώσεις αστυνομικής βίας και εκτέλεσης άοπλων Αφροαμερικανών, χωρίς να προκληθούν ανάλογης έκτασης κινητοποιήσεις.
Ιδιαίτερα αποκαλυπτικό για την ιστορική στιγμή που διανύουμε είναι το πρωτοφανές γεγονός ότι, στην παρούσα συγκυρία, οι κινητοποιήσεις στις ΗΠΑ αποτέλεσαν τον καταλύτη για την έκρηξη ανάλογων κινητοποιήσεων σε 72 τουλάχιστον χώρες του κόσμου, σε όλες τις Ηπείρους. Διαδηλώσεις έλαβαν χώρα σε 29 πόλεις της Γερμανίας, σε 23 της Ιταλίας, σε 9 του Βελγίου, σε 7 της Γαλλίας, ενώ στη Βιέννη πραγματοποιήθηκε η μεγαλύτερη διαδήλωση των τελευταίων δεκαετιών. Στη Βρετανία, το Βέλγιο και τη Νέα Ζηλανδία οι διαδηλωτές προσανατολίστηκαν επίσης στην «απομάκρυνση» μνημείων της ρατσιστικής ιστορίας των χωρών τους, απομάκρυνση την οποία στις περισσότερες περιπτώσεις ανέλαβαν να συνεχίσουν δημόσιες αρχές.
Οι κινητοποιήσεις αυτές, στις ΗΠΑ και παγκοσμίως, είναι λοιπόν συμπτώματα της ιδιαίτερης σημερινής ιστορικής στιγμής και όχι απλώς εύλογη εκδήλωση της δυσαρέσκειας για τις ανισότητες, τον ρατσισμό και τη βία των κατασταλτικών μηχανισμών που παγίως χαρακτηρίζουν τις ΗΠΑ και τα άλλα καπιταλιστικά κράτη. Βεβαίως η κοινωνική δυσαρέσκεια ήταν εμφανής από καιρό και αποτέλεσε το εύφλεκτο υπόβαθρο των κινητοποιήσεων. Όμως, ο σπινθήρας του αστάθμητου γεγονότος, της δολοφονίας του George Floyd, μπόρεσε να οδηγήσει στην ανάφλεξη και την έκρηξη του κινήματος, και το κίνημα μπόρεσε να νομιμοποιήσει κάποια αιτήματά του, λόγω της επισφαλούς ισορροπίας που δημιούργησε η πανδημία και η καραντίνα: με άδηλο το βάθος και τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης που προκάλεσε η καραντίνα, με άδηλη τη διάρκεια της πρωτοφανούς ανεργίας και εργασιακής επισφάλειας που δημιουργείται, με άδηλη τη διάρκεια της πανδημίας και ορατή την πιθανότητα μιας νέας καραντίνας, η συνέχιση της συναίνεσης ή έστω της ανοχής προς τις δομές εξουσίας μοιάζει επίσης άδηλη.
Ο «πολιτικός κίνδυνος» έγινε ορατός για τους κυρίαρχους που έχουν, όπως φαίνεται, διδαχθεί από τις εξεγέρσεις και τις επαναστάσεις του παρελθόντος. Ο πληθυσμός για να συναινεί στην κυριαρχία πρέπει να «αναγνωρίζει τον εαυτό του» στο (καπιταλιστικό) κράτος. Και όταν οι φτωχοί «δεν μπορούν να αναπνεύσουν» υπό τη βία των ρατσιστών αστυνομικών, η αστυνομία πρέπει να αλλάξει. Γιατί σε συγκυρίες σαν τη σημερινή, οι φτωχοί μπορεί να αρχίσουν να «μην μπορούν να αναπνεύσουν» υπό την εκμετάλλευση και τη βία των αφεντικών!
3. «Στήριξη της οικονομίας» ή διεκδίκηση ανθρώπινων όρων ζωής;
Στην Ελλάδα, ο «πολιτικός κίνδυνος» για το σύστημα δεν είναι προς ώρας ορατός, παρά την ανάπτυξη μαζικών αγώνων και διεκδικήσεων σε ορισμένους τομείς (εκπαιδευτικοί και νεολαία, υγειονομικοί, περιβάλλον, κλπ.) μετά το τέλος της καραντίνας. Η κυβέρνηση, με ιδεολογικό προκάλυμμα τη συγκριτικά, σε διεθνές επίπεδο, μικρή έκταση της πανδημίας στη χώρα, καταφέρνει να διαχειρίζεται μια επίφαση «κοινωνικής μέριμνας» για τον πληθυσμό, προβάλλοντας επίσης τα μέτρα που νομοθέτησε, σε αντιστοιχία με τις αποφάσεις που πάρθηκαν σε επίπεδο ΕΕ. Την ίδια στιγμή, εφαρμόζει βέβαια το δόγμα «όλα για το κεφάλαιο» αναφορικά με το περιβάλλον, την εκπαίδευση (όπου επιπλέον επιδιώκει μια επιστροφή στις «αρχές της ελληνορθόδοξης παράδοσης»), την απελευθέρωση των απολύσεων, τη συντήρηση ενός αποδεκατισμένου από τα Μνημόνια δημόσιου συστήματος υγείας. Παράλληλα ενισχύει τον συστημικό ρατσισμό και τις πολιτικές «απώθησης» εναντίον των προσφύγων που ζητούν άσυλο και των μεταναστών.
Στη διαχείριση της επίφασης «κοινωνικής μέριμνας» βοηθητικό ρόλο έπαιξε και η απελπισμένη προσπάθεια της αξιωματικής αντιπολίτευσης, του «νέου ΣΥΡΙΖΑ», να διευρύνει την επιρροή του προς το Κέντρο, υιοθετώντας μια παραλλαγή της ευρωπαϊκής ατζέντας, με κύριο πάντα άξονα τη «στήριξη της οικονομίας» (δηλαδή των επιχειρήσεων), θετικό παρακολούθημα της οποίας υποτίθεται ότι θα είναι η συγκράτηση της ανεργίας και της μείωσης των εισοδημάτων από εξαρτημένη εργασία και αυτοαπασχόληση. Όπως δήλωσε ο Αλέξης Τσίπρας κατά την ομιλία του στη Γενική Συνέλευση του ΣΕΒ στις 15/6/2020, «η θέση μου, η θέση μας, όσον αφορά την ενίσχυση της εργασίας, δεν είναι μόνο μια θέση αρχής», για να καταλήξει να προτείνει «την απευθείας, και μη επιστρεπτέα, ενίσχυση των επιχειρήσεων με 3 δις ευρώ συνολικά, η οποία θα μπορούσε να διαμορφωθεί για κάθε επιχείρηση στις δύο χιλιάδες ευρώ ανά εργαζόμενο» και «την συγκρότηση ενός σχεδίου αντίστοιχου με το “σχέδιο Ηρακλής” για τις τράπεζες, για τις επιχειρήσεις, ενός εγγυοδοτικού προγράμματος δηλαδή με εγγυήσεις από 80-90, και σε ειδικές περιπτώσεις για στρατηγικής σημασίας επιχειρήσεων 100%, προκειμένου να στηριχθεί η επιχειρηματικότητα τώρα που έχει ανάγκη».
Δικαίως ο υπουργός οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας, σε συνέντευξή του στην Εφημερίδα των Συντακτών στις 5-7/6/2020 παρατήρησε ότι μεταξύ κυβέρνησης και ΣΥΡΙΖΑ υφίστανται «συγκλίσεις και αποκλίσεις οι οποίες, όμως, κινούνται εντός του ευρωπαϊκού πλαισίου και των αποφάσεων που λαμβάνονται σε αυτό, πέρα από ιδεολογικές αποχρώσεις. Υπ’ αυτό το πρίσμα, κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει την ανάγκη για εμπροσθοβαρή λήψη μέτρων, για στήριξη της απασχόλησης, για ενίσχυση της ρευστότητας των επιχειρήσεων και της κοινωνικής συνοχής, για εφαρμογή στοχευμένων κλαδικών πολιτικών και για αποτελεσματική αξιοποίηση των διαθέσιμων, εγχώριων και ευρωπαϊκών, εργαλείων και πόρων».
Σύγκλιση και επίφαση κοινωνικής δικαιοσύνης με βασικό άξονα τη στήριξη της «επιχειρηματικότητας». Για πόσο διάστημα όμως; Όταν από τις ΗΠΑ μέχρι την Ιταλία, τη Γερμανία, τη Γαλλία, την Ωκεανία … η στήριξη του δημόσιου συστήματος υγείας, των κοινωνικών υπηρεσιών, της εκπαίδευσης κ.ο.κ., με πόρους που οφείλουν να προέλθουν από την «αποχρηματοδότηση» των μηχανισμών καταστολής, τίθεται όχι ως μέσο για την ανάκαμψη της επιχειρηματικότητας, αλλά ως αυτόνομος αδιαπραγμάτευτος στόχος, θα αντέξει στην Ελλάδα η «συναίνεση για τη στήριξη της οικονομίας»;
Είναι δύσκολο να δώσουμε απάντηση στο κρίσιμο αυτό ερώτημα. Το προς ποια κατεύθυνση θα κινηθούν τα πράγματα θα καθοριστεί από πολλούς παράγοντες, «υποκειμενικούς» (που σχετίζονται με την παρέμβαση των κινηματικών-αντικαπιταλιστικών δυνάμεων) και αντικειμενικούς. Στους αντικειμενικούς, πρωτεύοντα ρόλο θα παίξει η έκταση της οικονομικής κρίσης, τα αποτελέσματα της οποίας θα φανούν στο δεύτερο εξάμηνο του έτους.
Το πόσο αστάθμητο είναι ακόμα το μέγεθος της εξελισσόμενης και επερχόμενης οικονομικής κρίσης φαίνεται από εναλλακτικές εκτιμήσεις διεθνών Οργανισμών και Ινστιτούτων και τις υποθέσεις για τις μελλοντικές εξελίξεις, πάνω στις οποίες στηρίζονται οι εν λόγω εκτιμήσεις.
Στο «βασικό σενάριο», που μεταξύ άλλων περιλαμβάνει την υπόθεση ότι δεν θα υπάρξει δεύτερη περίοδος καραντίνας το Φθινόπωρο, σχεδόν όλοι οι Οργανισμοί (ΔΝΤ, ΕΚΤ, ΕΕ, το Ινστιτούτο Levy στο BardCollege των ΗΠΑ, η πολυεθνική εταιρία λογιστικών αναλύσεων Ernst & Young κ.ά.) προβλέπουν μια μείωση του ελληνικού ΑΕΠ κατά 9, 5-10, 5%, έναντι κατά μέσο όρο 7-8% της Ευρωζώνης, και μια αύξηση της ανεργίας στο 20-22%. Η μεγαλύτερη από τον μέσο όρο της ΕΕ κρίση στην Ελλάδα χρεώνεται στον ρόλο του τουρισμού: Το 2019 τα έσοδα από τον τουρισμό ήταν 18 δις ευρώ, σχεδόν 10% του ΑΕΠ, και κατά 90% προέκυψαν την περίοδο Μαΐου-Οκτωβρίου. Επίσης η απασχόληση στον τουρισμό ήταν σχεδόν 10% της συνολικής. Το «βασικό σενάριο» στηρίζεται στην υπόθεση μιας μεγάλης πτώσης της εισόδου τουριστών (της τάξης του 90%) τα τρία πρώτα τρίμηνα του 2020 και μιας μικρότερης (25%) το τέταρτο. Επίσης υποθέτει μια συνολική αύξηση των κυβερνητικών δαπανών κατά 0, 5-0, 6 δις ευρώ. Σημαντικά διαφοροποιημένα αποτελέσματα προκύπτουν από τα άλλα δύο σενάρια που καταστρώνουν οι Οργανισμοί αυτοί, το «αισιόδοξο» (προβλεπόμενη μείωση ΑΕΠ ≈7%) και το «απαισιόδοξο» (προβλεπόμενη μείωση ΑΕΠ ≈12, 5%).
Καθώς, σύμφωνα με το «βασικό σενάριο», το δημόσιο χρέος αναμένεται να ξεπεράσει το 205% του ΑΕΠ το 2020, με το έλλειμμα του κρατικού προϋπολογισμού να κυμαίνεται γύρω στο 6, 7% του ΑΕΠ, η κυβέρνηση θα επικαλεστεί μετά την πανδημία την ανάγκη «περικοπών», για «νοικοκύρεμα» των δημόσιων οικονομικών, και θα ζητήσει «θυσίες από όλους», δηλαδή από τον κόσμο της εργασίας.
Οι κυρίαρχες τάξεις θα επιχειρήσουν για άλλη μια φορά να μετατρέψουν την κρίση σε ευκαιρία για την ισχυροποίηση της θέσης τους στον κοινωνικό ανταγωνισμό. Όμως, όπως δείχνει το παράδειγμα των ΗΠΑ, η ηγεμονία τους είναι ασταθής, αν όχι εύθραυστη. Στις νέες συνθήκες που προέκυψαν μετά τα μέτρα για την αντιμετώπιση της πανδημίας, ένας νέος κύκλος μαζικών αγώνων για να μην πληρώσει ξανά την κρίση η εργασία, δεν μοιάζει καθόλου ανέφικτος. Άλλωστε, η κοινωνική έκρηξη ξεσπά πάντοτε απροειδοποίητα. Ζητούμενη είναι βέβαια εκείνη η Αριστερά που θα αναδείξει το ανατρεπτικό στοιχείο που πάντοτε χαρακτηρίζει τους μαζικούς αγώνες· για να καταστεί πεποίθηση στην κοινωνική πλειοψηφία ότι ο καπιταλισμός ούτε αποτελεί «φυσική τάξη πραγμάτων», ούτε είναι ανίκητος.
1 L. Althusser (2019), Μύηση στη φιλοσοφία για τους μη φιλοσόφους, Αθήνα, Εκτός Γραμμής: 198.
2 Χρυσή Αυγή 17/3/2020, «Τι βρίσκεται πίσω από τον πανικό της πανδημίας»:
http://www.xrisiavgi.com/enimerosi/view/ti-brisketai-pisw-apo-ton-paniko-ths-pandhmias
3 Χρυσή Αυγή 14/4/2020, «“Η εφεύρεση μίας επιδημίας” και ο Ιταλός φιλόσοφος Τζόρτζιο Αγκάμπεν»: